- διαίσιον
- διαίσιον, τό, = Lat.A repudium, notice of divorce, Just.Nov.22.6, al., Cod.Just.1.3.52.15.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
διαίσιον — ή διέσιον, το (AM) διάλυση γάμου ή αρραβώνων. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. διέσιον < δίεσις < δίημι* (πρβλ. και λατ. repudium)] … Dictionary of Greek
διαίσιον — repudium neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαισίῳ — διαίσιον repudium neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)